Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
«Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υιόν αυτού του μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις Αυτόν μη απόλυται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον».
(Ιωαν. γ΄16)
Το Αγιογραφικό χωρίο αυτό είναι από το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο και ανήκει στην ενότητα του διαλόγου του Χριστού με τον Νικόδημο όπου του εξηγεί για την πνευματική αναγέννηση την προερχόμενη από το Βάπτισμα και για την πηγή της όλης ευεργεσίας, που είναι η Σταυρική Του Θυσία.
Ο Σταυρός γεφύρωσε το χάσμα, ένωσε «τα πριν διεστώτα». Ο Απ. Παύλος τις αναφέρει με ευγνωμοσύνη και τις δύο μαζί τις ευεργεσίες. Έτσι «Μη Παύλος εσταυρώθει ύπερ υμών, ή εις το όνομα Παύλου εβαπτίσθητε;» (Α Κυρ. 13) Κρεμάσθηκε ο Κύριος επάνω στο Σταυρό για να αγιάσει και τον αέρα, Αυτός, που αγίασε τη γη με το να περπατήσει επάνω σ’ αυτή και για να σώσει όλους τους ανθρώπους από τον Θάνατο. Σε αυτό και ο πατέρας είναι σύμφωνος. Και αυτός τόσο πολύ μας αγάπησε, ώστε χάρη των δούλων να δώσει τον Υιό Του και μάλιστα χάρη δούλων αχαρίστων. Αυτό δεν θα το έκανε κανείς, ούτε υπέρ των φίλων του.
Ο Χριστός τα λέγει αυτά στο Νικόδημο με έμφαση. Κάθε λέξη είναι πολύ έντονη. Με το να πει «Ούτω ηγάπησε» και με το «ο Θεός τον κόσμο» δείχνει πολλή επίταση στην αγάπη. Είναι μεγάλη η διαφορά και άπειρη. Ο αθάνατος, ο άναρχος, η μεγαλοσύνη η απέραντη, αγάπησε εκείνους, που ήταν γεμάτοι αμαρτήματα. Αγάπησε τους αχάριστους και αμαρτωλούς και αμετανόητους.
Αλλά και τα κατόπιν, που προσέθεσε, πάλι είναι εμφατικά «Ότι τον Υιόν αυτού τον Μονογενή έδωκεν» Ιδού το απερίγραπτο της αγάπης ΤΟΥ. Παρέδωσε σε θάνατο λέγει όχι δούλο, ούτε άγγελο, ούτε αρχάγγελο αλλά τον Υιό Του τον Μονογενή, ούτε προς τα παιδιά του κανείς δεν θα έδειχνε τόση φροντίδα, όση έδειξε προς τους αχάριστους δούλους ο Θεός.
Το μεν Πάθος που πλησιάζει δεν το λέγει καθαρά, αλλά συνεσκιασμένα. Το κέρδος όμως από το πάθος το λέγει σαφώς, λέγοντας: « ίνα πας ο πιστεύω εις αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχει ζωήν αιώνιον». Εδώ επεξηγεί ο Κύριος ότι με τον θάνατο του ο άνθρωπος δεν πηγαίνει στην ανυπαρξία αλλά ότι ο ίδιος είναι ο Υιός του Θεού και ότι είναι ο αίτιος της ζωής και μάλιστα ζωής αιωνίου. Αυτός παρέχει δια του θανάτου την ζωή στους άλλους.
Όλα ξεκινούν από την Αγάπη. Όλα καταλήγουν στην Αγάπη. Υπάρχει η αγάπη. Και θα υπάρχει. Μία είναι, αναλλοίωτη, αιώνια ο Θεός. Μας λέγει ο Άγιος Ιωάννης ξεκάθαρα «Ο Θεός αγάπη εστίν». (Α΄Ιωαν. δ΄16)
Όταν η φανερωμένη θεϊκή αλήθεια μας καθορίζει ότι ο Θεός είναι αγάπη, δεν εννοεί απλώς μία ηθική ιδιότητα του Θεού αλλά αυτό που είναι ο Θεός. Το πλήρωμα του Τριαδικού Θεού, η φύση του Θεού είναι η αγάπη. Με την ανθρώπινη σκέψη μας θα μπορούσαμε να πούμε ότι όλες οι ιδιότητες του Θεού είναι προσόντα της αγάπης Του. Έτσι η δύναμη Του είναι δύναμη αγάπης. Η παγνωσία Του και η πανσοφία Του είναι γνώση και χρηστότητα που οδηγεί τα πάντα στην πραγμάτωση του τελικού σκοπού. Και αυτός ο σκοπός δεν είναι άλλος παρά η απόλαυση της θείας μακαριότητας. Η δικαιοσύνη Του είναι δικαιοσύνη αγάπης που έχει σαν σκοπό να ξαναφέρει αυτούς που παρεξέκλιναν στο δρόμο της ευτυχίας και της ειρήνης η πανταχού παρουσία Του κυβερνάει τα πάντα με αγαθότητα.
Κάθε ενέργεια του Θεού είναι αγάπη. Η σύσταση του κόσμου, η δημιουργία του ανθρώπου, είναι ενέργειες της θεϊκής ύπαρξης, ενέργειες αγάπης. Κι αυτή η θεία αγάπη είναι άπειρη αφού δεν καταλήγουν απλώς όλα, αλλά όλα, τα πάντα χωρούν στην άπειρη άβυσσο της Θείας αγάπης, όλος ο κτιστός κόσμος ορατός και αόρατος.
Η αγάπη του Θεού εκδηλώνεται σ’ όλη τη δημιουργία. Πάντοτε, σ’ όλα τα έργα Του ρίχνει το γεμάτο οικτιρμούς βλέμμα Του. άφθονο προσφέρει τα υλικά αγαθά. Προνοεί για το καθετί και για όλα. Η αγάπη του εκδηλώνεται με την αδιάκοπη πρόνοια του και τη στοργή του για μας, με την ανοχή του όταν καταφρονούμε τον πλούτο της χρηστότητας και μακροθυμίας Του. Αλήθεια, δεν υπάρχει δηλαδή κανένας και αν αυτός είναι πατέρας, ή μητέρα, ή φίλος ή κάτι άλλο παρόμοιο που να μας έχει αγαπήσει έτσι, όπως ο δημιουργός μας ο Θεός λέει ο Ιερός Χρυσόστομος.
Η αγάπη του Θεού ξεδιπλώνεται σαν έλεος ιδιαίτερα προς τον άνθρωπο τον αμαρτωλό. Αυτή η αγάπη δεν εξαρτάται από την αρετή, τη καλοσύνη ή τη αξία του ανθρώπου. Αυτός είναι σαρκικός τρόπος αγάπης ανάξιος του αληθινού Θεού.
Ο Θεός αγαπά διότι είναι αγαθός. Η αγάπη του για τον καθένα μας δεν επηρεάζεται ούτε από τις μεγαλύτερες αμαρτίες μας. Είναι άμετρη και απεριόριστη. Υπερβαίνει κάθε μέτρο ανθρώπινης καταμέτρησης.
Η σάρκωση του Θεού και Λόγου είναι η έκφραση της ύψιστης αγάπης του προς το αμαρτωλό γένος των ανθρώπων. Το κήρυγμα του σαρκωθέντα Υιού του Θεού είναι κήρυγμα ελπίδας και συγκατάβασης. Στο χώρο της Βασιλείας των ουρανών προσκαλούνται όλοι οι ταπεινοί, οι θλιμμένοι και καταφρονημένοι, όλοι οι αμαρτωλοί και οι τελώνες όλοι οι άδικοι, οι άρπαγες, οι μέθυσοι, όλο οι σακάτηδες που έπαθαν πνευματική αναπηρία, όλοι εκείνοι που ξεστράτισαν στη μακρινή χώρα της αμαρτίας.
Όλοι αυτοί μπορούν να έχουν καταφύγιο το θεϊκό έλεος, την άμετρη θεϊκή συγκατάβαση και Αγάπη. Αυτή η αγάπη, δέχεται τα δάκρυά τους, την επιστροφή τους, τη μετάνοιά τους.
Έτσι η αγάπη του Θεού, για τον άνθρωπο, που έκανε τον Πατέρα να στείλει το Μονογενή όχι μόνο στη γη αλλά και στον Άδη, παίρνει το ληστή και του χαρίζει την πρωτοκαθεδρία στον παράδεισο. Δικαιώνει την πόρνη, υποδέχεται τον άσωτο υιό της παραβολής.
Αν ο Θεός είναι αγάπη, αν ξεχύνεται σαν έλεος και συμπάθεια προς το πλάσμα Του, αν συγχωρεί και λυτρώνει, τότε το πλάσμα του δεν μπορεί παρά να είναι ένα δικό του αντίγραφο.
Ο άνθρωπος η κορωνίδα της δημιουργίας του, η Εικόνα του, δεν μπορεί παρά να μοιάζει με το αρχέτυπο, με εκείνο που καλείται να γίνει όμοιο, με το Θεό που είναι Αγάπη.
Εξ άλλου, αν υπάρχει κάτι που φανερώνει τη θεϊκή μας καταγωγή αν υπάρχει κάτι το θεϊκό μέσα μας που να μας κάνει να μοιάζουμε με το Θεό αυτό είναι η αγάπη. Γι’ αυτό το λόγω η ζωή του ανθρώπου δεν μπορεί να είναι άλλη παρά ζωή αγάπης. Στο τέλος τίποτε άλλο δεν θα μείνει παρά η αγάπη. Όλα θα καταργηθούν. Η αγάπη θα μένει στον αιώνα.
Ο Θεός σαρκώθηκε από αγάπη.
Κήρυξε και έζησε την αγάπη.
Πέθανε από αγάπη και για την αγάπη.